ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΟΣΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
Σε ύψος 80 μ. από τη θάλασσα και σε βράχο απότομο, είναι χτισμένη η Ιερά Μονή Διονυσίου στη δυτική πλευρά του Αγίου Όρους. Είναι η πέμπτη στην ιεραρχία των αγιορείτικων μονών και στην κατοχή της έχει το δεξί χέρι του Τιμίου Προδρόμου. Συγκεκριμένα, το Καθολικό της τιμάται στο όνομα του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου και γιορτάζει στις 29 Αυγούστου.
Εξωτερικά η μονή φαίνεται σαν φρούριο. Η νότια πλευρά φαίνεται από τον αρσανά ότι αποτελείται από αιωρούμενες ξύλινες στοές που στεφανώνουν τις άγριες κορυφές των πολλών βράχων. Ανατολικά και κοντά στο κοιμητήριο της μονής βρίσκεται ο τάφος του Αγίου Νήφωνα (εορτή 11 Αυγούστου), πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως και φωτιστού των Ρουμάνων, ενώ δυτικά υπάρχουν άγριες χαράδρες που κατεβαίνουν από τον Άθωνα.
Το μοναστήρι χτίστηκε το 1380 από τον οσιότατο μοναχό Διονύσιο (από τον οποίο πήρε και το όνομα), που καταγόταν από την Καστοριά. Ο κτήτορας Όσιος Διονύσιος (εορτή 25 Ιουνίου) έλαβε μάλιστα ως δωρεά από τον Αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό την ιερά εικόνα της Παναγίας των Χαιρετισμών ή του Ακαθίστου Ύμνου, στην οποία για πρώτη φορά ψάλθηκε η ακολουθία των Χαιρετισμών προς την Υπέρμαχο Στρατηγό στην Κωνσταντινούπολη και η οποία σήμερα αποθησαυρίζεται στο μοναστήρι.
Το Καθολικό έχει τοιχογραφηθεί το 1546 από τον ζωγράφο Τζώρτζη, έναν από τους κύριους εκπροσώπους της κρητικής σχολής του 16ου αι. Η Τράπεζα έχει τοιχογραφηθεί σε δύο περιόδους: στα μέσα του 16ου αι. και το 1603. Η μονή διαθέτει μία από τις πιο αξιόλογες συλλογές έργων τέχνης (κυρίως φορητών εικόνων) και χειρογράφων εικονογραφημένων. Από τις πολυτιμότερες εικόνες της Παναγίας είναι και αυτή των Χαιρετισμών ή του Ακάθιστου, που βρίσκεται στην Ιερά Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους. Από τις πιο παλαιές χρονολογικά, στο δε Άγιον Όρος είναι η αρχαιότερη.
Η ιερά εικόνα της Παναγίας του Ακαθίστου Ύμνου ή των Χαιρετισμών
Ένα από τα εξαίσια γεγονότα της εικόνας, αφότου τον 13ο αιώνα μ.Χ. δόθηκε στη Μονή Αγίου Διονυσίου, είναι το εξής: Το 1592 μ.Χ., ο Αλγερινός πειρατής Ιφ Αρταβάν Άλφα, ξεκινώντας από τη νήσο Σκύρο, ήλθε με πολλούς δικούς του στην Ιερά Μονή Διονυσίου προκειμένου να αρπάξει τους θησαυρούς της. Γνώριζε ότι υπήρχε εκεί και μια πολύτιμη εικόνα της Παναγίας. Αφού αποβίβασε κάπου 200 άνδρες οπλισμένους, απειλούσε την αδελφότητα. Ο Ηγούμενος, αφού συσκέφθηκε με τους άλλους πατέρες, αποφάσισε να προσφέρει γενναία δώρα στον πειρατή, για να σώσει τους μοναχούς και τη Μονή. Ένας μοναχός από το παράθυρο φώναξε προς τον Αρταβάν: “Ας τα κανονίσουμε φιλικά, για μη χυθεί αίμα. Αποφασίσαμε να σας δώσουμε 50.000 φλουριά, λάδι και κρασί”. Ο πειρατής τού απάντησε: “Καλόγηρε, σύμφωνοι, αλλά θα πάρουμε και ένα αντικείμενο από τα κειμήλιά σας κατά εκλογή μου”. Ο Ηγούμενος, που ήταν πλησίον του μοναχού, συμφώνησε, αλλά έδωσε άδεια να περάσει στο Μοναστήρι μόνο ο Αρταβάν με δέκα δικούς του.
Αφού εισήλθαν και ο Ηγούμενος μέτρησε τα χρήματα και τους παρέδωσε λάδι και κρασί, ο αρχιπειρατής έμαθε από έναν δικό του, που γνώριζε από άλλη φορά την εικόνα του Ακάθιστου και σε ποιο σημείο υπήρχε, και τους κάλεσε εκεί. Αφού έφθασαν, ο πειρατής πήγε να πάρει την εικόνα, ενώ ο Ηγούμενος και οι μοναχοί έμειναν άναυδοι. “Αυτό το παλιόξυλο διάλεξες” είπε στον Αρταβάν υποκριτικά. “Αυτό αξίζει μιλιούνια” απάντησε εκείνος. “Άφησέ τη στη θέση της” είπε ο Ηγούμενος, “οι εικόνες έχουν αξία μόνο για μας τους Χριστιανούς, πάρτε κάτι άλλο”. “Όχι, αυτό θα πάρω” είπε πεισματικά ο Ιφ. “Προτιμώ να ταφώ κάτω από τα ερείπια της Μονής, παρά να την πάρετε” είπε και προσπάθησε να τον εμποδίσει. Ο Ιφ όμως τον έσπρωξε φωνάζοντας και απειλώντας: “Θα πεθάνετε όλοι σας!”. Πάνω στην αγανάκτησή του, πρόλαβε ο Ηγούμενος να τους πει: “Έτσι που φέρεστε, πηγαίνετε αλλά μαζί με την κατάρα μου”.
Αμέσως εξαφανίστηκαν προς τη θάλασσα και έφυγαν με προορισμό τη Σκύρο. Το βράδυ, ενώ ταξίδευαν, είδε ο αρχιπειρτατής στον ύπνο του την Παναγία που του είπε απειλητικά: “Γιατί, πονηρέ, με πήρες; Πήγαινέ με πίσω, εκεί που έμενα ήσυχη και ειρηνική”. Ξύπνησε έντρομος ο Αρταβάν, μα δεν κάμφθηκε. Σε λίγο ξέσπασε ξαφνικά μεγάλη τρικυμία, ώστε κλυδωνίζονταν και κινδύνευαν τα πλοία να καταποντιστούν. Πάνω στον αν απάντεχο κίνδυνο, θυμήθηκε το όνειρο και πήγε προς την εικόνα και βλέπει το κιβώτιο που την είχε τοποθετήσει κομματιασμένο και την εικόνα γεμάτη μύρο που ευωδίαζε. Κατάλαβε αμέσως ότι η τρικυμία είναι τιμωρία της Μητέρας του Χριστού. Μόλις την πήρε στα χέρια του, σταμάτησε η τρικυμία. Τότε όλοι οι δικοί του φώναξαν: “Να τη γυρίσουμε πίσω, γιατί θα μας πνίξει Θεός των Χριστιανών!”.
Έπειτα από αρκετές ώρες, επέστρεψαν στον όρμο της Μονής Διονυσίου. Ο Σαρίφ έστειλε στη Μονή πειρατή, ο οποίος είπε στον Ηγούμενο: “Άνθρωπε του Θεού, ξέρω ότι κάναμε κακό, ο αρχηγός μου σε περιμένει να κατέβεις να πάρεις την εικόνα και να μας απαλλάξεις από την κατάρα που μας έδωσες”. Αφού κατέβηκαν στο λιμάνι οι μοναχοί, ο Αρταβάν έδειξε το κομματιασμένο κιβώτιο και τα ρούχα που είχε τυλίξει την εικόνα, τα οποία ήταν μουσκεμένα από το θείο μύρο. Συγκινημένοι οι μοναχοί παρέλαβαν την Εικόνα. Το σπουδαιότερο από αυτή την υπόθεσηείναι ότι μερικοί πειρατές μετανόησαν, άφησαν τη ζωή αυτή, έμειναν στη Μονή και αφού κατηχήθηκαν έγιναν Χριστιανοί!
Ένα άλλο μέσα στα πολλά θαύματα της Παναγίας του Ακαθίστου Ύμνου είναι και τούτο: Το 1753 μ.Χ. δίδασκε στην Αθωνιάδα Σχολή ο σοφός διδάσκαλος και επίσκοπος Ευγένιος Βούλγαρης. Αρρώστησε βαριά από φοβερό έλκος. Η ασθένεια ήταν θανατηφόρα, οι πόνοι δριμείς, ώστε ζητούσε τον θάνατο. Τον μετέφεραν στη Μονή Διονυσίου προκειμένου να τον περιποιηθεί σπουδαίος νοσοκόμος της Μονής με γνώσεις ιατρικής, πλην ουδέν κατόρθωσε παρά τις προσπάθειες. Τότε οι παρευρεθέντας είπαν στον στενάζοντα Ευγένιο για τη θαυματουργό εικόνα του Ακάθιστου. Παρακάλεσε να τον μεταφέρουν κλινήρη προ αυτής. Εκεί, γενομένης παρακλήσεως μέσα στους οξείς πόνους του, ικέτευσε την Κεχαριτωμένη. Τότε ξαφνικά αισθάνθηκε τον φοβερό εκείνο βουβώνα ότι υποχώρησε και τους οξείς πόνους να καταπραΰνονται, τα δε δάκρυά του να σταματούν. Το έλκος εκείνο αυτόματα διερράγη και σε λίγα λεπτά είχε εντελώς θεραπευτεί. Τότε ο σοφός κατασυγκινημένος πήρε την πένα και αμέσως εποίησε τους εξής ιαμβικούς στίχους: “Ζωής δότην φέρουσα Σής υπ’ αγκάλης, ζωοίς φέροντα θάνατον μ’ υπό μάλης”. Δηλαδή, “εσύ, που φέρεις τον δοτήρα της ζωής μέσα στην αγκαλιά σου, δίνεις ζωή σ’ εμένα που φέρω τον θάνατον κάτω από τη μασχάλη”.
Πηγές: monastiria. gr, saint.gr
Ἀπολυτίκιον Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Ἦχος Β΄.
Μνήμη δικαίου μετ᾽ ἐγκωμίων· σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε· ἀνεδείχθης γὰρ ὄντως καὶ Προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καὶ ἐν ῥείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τὸν κηρυττόμενον· ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας χαίρων, εὐηγγελίσω καὶ τοῖς ἐν ᾅδῃ, Θεὸν φανερωθέντα ἐν σαρκί, τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καὶ παρέχοντα ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου. Ἦχος Πλ. Δ΄.
Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει, ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσὴφ σπουδῇ ἐπέστη, ὁ ἀσώματος λέγων τῇ Ἀπειρογάμω· ὁ κλίνας ἐν καταβάσει τοὺς οὐρανούς, χωρεῑται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοι· ὅν καὶ βλέπων ἐν μήτρᾳ σου, λαβόντα δούλου μορφήν, ἐξίσταμαι κραυγάζων σοι· Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.