ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ

Στους κόλπους της Σταματήρας, που είναι μία από τις δασώδεις παραφυάδες του Πάρνωνα μέσα σε βοσκοτόπια και καλλιεργήσιμες εκτάσεις μεταξύ των χωριών Τζίτζινα και Βασσαρά του τέως δήμου Οινούντος της Λακωνίας σε ήρεμη γραφική ερημιά έχει ιδρυθεί η Μονή των Αγίων Αναργύρων. Πρώτη μνεία της Μονής γίνεται στο χρυσόβουλο του Ανδρονίκου Β΄ Παλαιολόγου, που οροθετεί κατά το 1293 τη δικαιοδοσία της Μητρόπολης Μονεμβασίας. Η εκκλησία του τέλους του ΙΓ΄ αιώνα δεν ήταν εξωκλήσι σε ερημικό τόπο, πρέπει να ήταν συγκροτημένη Μονή, που υπέκυψε στις δοκιμασίες των καιρών κατά την κατάληψη της Πελοποννήσου από τους Οθωμανούς, αλλά οι περίοικοι ενίσχυσαν τους αφοσιωμένους μοναχούς και εντός του ΙΣ΄ αιώνα ανακαίνισαν το ερημωμένο μοναστήρι, που βρισκόταν σε ακμή από την ανατολή του ΙΖ΄ αιώνα. Είναι σήμερα υπό ανασύσταση η Μονή, έχει προσαρτηθεί ως μετόχι της ανασυγκροτημένης Μονής των Αγίων Τεσσαράκοντα. Εκεί ο προσκυνητής φθάνει με αυτοκινητόδρομο της γραμμής Σπάρτης-Βασσαρά-Τζιτζίνων. Ωστόσο η Μονή των Αγίων Αναργύρων στου καιρού και των περιστάσεων τις δοκιμασίες υπέστη μεταβολές και πάντως συντηρημένη εμφανίζει σήμερα σχεδόν άθικτη τη φρουριακή της κατασκευή στο ογκώδες κτιριακό της συγκρότημα από τον πυλώνα του ανοικτού περιβόλου και σε ολόκληρο το τετράπλευρο των οικοδομημάτων διώροφης διαμόρφωσης.

Το καθολικό της Μονής είναι ναός τρίκογχος, μονόχωρος στον σταυροειδή άστυλο τρουλαίο τύπο. Στις μακρές πλευρές δύο γωνιακοί πεσσοί και δύο ενδιάμεσοι στηρίζουν τρεις άνισες τυφλές αψίδες. Δεν μπορεί να μελετηθεί η ναοδομία λόγω επικάλυψης των εξωτερικών επιφανειών από παχύ στρώμα έγχρωμου κονιάματος. Στέγες και τρούλος καλύπτονται αντί για κεραμίδια με εγχώριες ευμεγέθεις πλάκες. Οι αψίδες του Ιερού έχουν ημικυλινδρική διαμόρφωση και καλύπτονται με τεταρτοσφαίρια. Ο ημισφαιρικός τρούλος έχει χαμηλό τύμπανο και στηρίζεται σε δύο τυφλά τόξα κατεύθυνσης από Β προς Ν, που εξέχουν εξωτερικά. Το Ιερό χωρίζεται του κυρίως ναού με ξυλόγλυπτο τέμπλο, που τοποθετήθηκε το 1711 και αξιολογείται ως προϊόν έμπειρου καλλιτέχνη με καλαίσθητη διακόσμηση.

Εσωτερικά το μνημείο είναι κατάγραφο αλλά δεν σώζεται ακέραιο το έργο λόγω σοβαρών φθορών. Η αγιογράφηση του ναού αποδίδεται στο Δημήτριο Κακαβάτο το 1621 όντας σε ώριμη ηλικία. Η θεματογραφία του ναού καλύπτει ευρύτατο κύκλο, που εμπνέεται από τον επίγειο βίο του Ιησού, την εσωτερική ζωή της Ορθόδοξης Εκκλησίας και γενικώς τον ιστορικό και λατρευτικό κύκλο. Η διακόσμηση έγινε κατά ζώνες οριζόντιες σε όλες τις επιφάνειες του μνημείου, αρχίζοντας με ολόσωμους μετωπικούς αγίους σε φυσικό μέγεθος και προχωρώντας στα Μαρτύρια, ιδίως των Αγίων Αναργύρων, αλλά και άλλων μαρτύρων σε ευρύ χώρο και περαιτέρω στις συνθέσεις, παρεμβάλλοντας μεταξύ αυτών μία ζωφόρο από στηθάρια, που προβάλλεται ως αληθινή πινακοθήκη προσωπογραφιών. Ο Κακαβάς ικανός προσωπογράφος και διακοσμητής, με πολλά στοιχεία λαϊκά, σωστά κρίνεται ως ο κατ’ εξοχήν ζωγράφος, που μεταφέρει επί του τοίχου την τεχνική των φορητών εικόνων.

Αξιομνημόνευτο είναι, ότι στο νότιο τοίχο του ναού εικονίζονται δεόμενοι οι κτήτορες Μανούσος και Λαμπρινή. Η κτητορική επιγραφή της αγιογράφησης στο τύμπανο του εσωτερικού τόξου του δυτικού τοίχου άνωθεν της κυρίας εισόδου: «ανιστορήθη ο θείος και πάνσεπτος ναός ούτος των Αγίων και ιαματικών Αναργύρων…διά εξόδου του τιμιωτάτου κυρού Σταματίου Γρατά….επί έτους ΑΧΚΑ΄ (=1621)….ιστορήθη διά χειρός του Δημητρίου Κακαβά εκ χώρας Ναυπλίου». Εγχάρακτη κτιτορική επιγραφή εντοιχισμένη μνημονεύει για το έτος 1611 τα ονόματα Δημητρίου ιερέως Πουλοφάγου από τα Χρύσαφα και Αρσενίου Μπάρλα μοναχού από τα Τζίτζινα ως κτιτόρων. Το ιστορικό της ίδρυσης της μονής αναλυτικά περιέχει το παλαιότερο από τα σωζόμενα πατριαρχικά σιγίλλια Γαβριήλ Γ΄το 1707. Τούτο ανανεώνει τη σταυροπηγιακή αξία της Μονής και κάνει λόγο για ολέθριες επιδρομές, ταραχές και συμφορές, που οδήγησαν «εις παντελή αφανισμόν και εσχάτην ερήμωσιν» του μοναστηριού, που ανασυγκροτείται και ακμάζει το 1707. Το πιθανότερο είναι, ότι υπαινίσσεται ο συντάκτης του πατριαρχικού γράμματος την αναστάτωση των ετών 1684-1686, όταν οι Οθωμανοί αποχωρούσαν από την Πελοπόννησο. Η μονή εξήλθε σχετικά σύντομα από την περιπέτεια με την επί Ενετοκρατίας δραστηριότητα μνημονευομένων μοναχών και του άρχοντος Ζαχαρία από τη Μεγάλη Βρύση, που είναι και ο ιδρυτής του ναού του Προδρόμου στην πατρίδα του το 1701. Αντίστροφη φορά των πραγμάτων υπήρξε για τη μονή κατά τα επακόλουθα της εξέγερσης του 1770.

Η Ι. Μονή υπάγεται στην Ιερά Μητρόπολη Μονεμβασιάς και Σπάρτης. Είναι ανδρικό μοναστήρι με βατό δρόμο.

Πηγή : www.exploresparta.gr, Ορθόδοξα Ελληνικά Μοναστήρια του Δημητρίου Θ. Κόκορη

ΝΟΜΟΣ ΛΑΚΩΝΙΑΣ


Chat