Σπιναλόγκα: Πώς η ομορφιά προσπαθεί να… ξεχάσει την τραγωδία
Λουσμένη στο φως του κρητικού ήλιου και αγκαλιασμένη από τα κρυστάλλινα νερά του κόλπου του Μεραμπέλου, η Σπιναλόγκα μοιάζει με στολίδι ριγμένο στη θάλασσα. Ένα μικρό νησί απέναντι από την Ελούντα και την Πλάκα, που ξεχωρίζει για τη φυσική ομορφιά και την οχυρωματική αρχιτεκτονική του. Η πρώτη εντύπωση είναι αυτή ενός παραδείσου, αλλά οι πέτρες της έχουν αποτυπώσει έναν από τους πιο σκληρούς ανθρώπινους αγώνες.
Η Σπιναλόγκα υπήρξε φρούριο των Ενετών τον 16ο αιώνα, χτισμένο για να προστατεύσει τον κόλπο από πειρατές και Οθωμανούς. Τα ενετικά τείχη της σώζονται μέχρι σήμερα, αποπνέοντας αίγλη και ιστορικό μεγαλείο. Όμως το νησί έμελλε να συνδεθεί για πάντα με μια πιο σκοτεινή περίοδο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Από το 1903 έως το 1957, η Σπιναλόγκα λειτούργησε ως λεπροκομείο, ένας τόπος απομόνωσης για ανθρώπους που έπασχαν από τη λέπρα, μια ασθένεια που τότε προκαλούσε φόβο και κοινωνικό στίγμα. Οι ασθενείς μεταφέρονταν στο νησί, πολλές φορές παρά τη θέλησή τους, αποκομμένοι από τις οικογένειες και τη ζωή τους. Δεν είναι τυχαίο ότι η ιστορία της Σπιναλόγκας έχει εμπνεύσει τη συγγραφή λογοτεχνικών έργων, όπως το περίφημο “Νησί”, το οποίο μεταφέρθηκε και στη μικρή οθόνη. Ο κυριότερος λόγος είναι ότι, παρά τον αποκλεισμό, οι κάτοικοι της Σπιναλόγκας κατάφεραν να δημιουργήσουν μια μικρή κοινωνία, με σπίτια, μαγαζιά και σχολείο. Το ανθρώπινο πνεύμα βρήκε τρόπο να αντέξει και να ανθίσει, ακόμη και στις πιο αντίξοες συνθήκες.
Μάλιστα, η μικρή κοινωνία της Σπιναλόγκας δεν θα μπορούσε να μην έχει τη δική της εκκλησία, όπου οι ασθενείς θα κατέφευγαν για να προσφέρουν τα δάκρυά τους στον Θεό και να ζητήσουν υπομονή, ελπίδα ή κι ένα θαύμα. Γι’ αυτό, χτίστηκε ο Ναός του Αγίου Παντελεήμονα, του «πρώτου γιατρού του κόσμου», σύμφωνα με την κρητική λαϊκή παράδοση. Κατά τα Εγκαίνια του Ναού του Αγίου Παντελεήμονα οι ασθενείς της Σπιναλόγκας τραγουδούσαν ένα άσμα που κατέγραψε αργότερα η ασθενής Αργυρώ Στεφανάκη από τις Βασιλειές Ηρακλείου, η οποία το θυμόταν από στήθους, παρόλο που δεν ήταν παρούσα στα Εγκαίνια:
Στα χίλια εννιακόσια ένα στις τρεις Ιουνίου
στη Σπιναλόγκα έγινε εγκαινισμός Αγίου.
Τ’ Αγίου Παντελεήμονα εγκαινισμός εγίνη
μ’ ευλάβεια και με χαρά, με τάξη και ειρήνη.
Λαμπρά επανηγύρισαν κι έχαιρον από καρδίας
στη Σπιναλόγκα να ιδούν να ψάλλουν Λειτουργίαν.
Έχαιρον και ευφραίνοντο και εδοξολογούσαν
οι άρρωστοι οι Χριστιανοί και τον Θεόν υμνούσαν,
οπού μας το αξίωσεν τέτοια χαρά να δούμε
στη Σπιναλόγκα Εκκλησιά και να λειτουργηθούμε.
Σήμερα, καθώς περιηγείται κανείς στα στενά σοκάκια, ανάμεσα σε ερειπωμένα σπίτια και τα απομεινάρια του νοσοκομείου, η θάλασσα συνεχίζει να λάμπει απατηλά γύρω από το νησί. Το τοπίο είναι ειδυλλιακό: γαλανά νερά, πέτρα και ουρανός. Αυτή η αντίθεση μεταξύ της φυσικής ομορφιάς και της ανθρώπινης τραγωδίας δημιουργεί μια εμπειρία συγκλονιστική, ένα μάθημα μνήμης και ανθρωπιάς. Η Σπιναλόγκα δεν είναι απλώς ένας τουριστικός προορισμός. Είναι ένα ζωντανό μνημείο θάρρους, επιβίωσης και αξιοπρέπειας. Ένα νησί που καλεί τον επισκέπτη όχι μόνο να θαυμάσει, αλλά και να θυμηθεί.